Σκαντζόχοιρος


Σημειώματα και δοκιμές. Αυτή ήταν η πρόθεση μιας συντροφιάς που πριν λίγους μήνες αποφάσισε να ξεκινήσει αυτή την έντυπη προσπάθεια. Δυο είδη κειμένων σε ισορροπία: από τη μια τα δοκίμια, ενδελεχείς κατανοήσεις και κριτικές ανασυγκροτήσεις του εμπειρικού και θεωρητικού υλικού, και από την άλλη τα σημειώματα, προκηρύξεις και κραυγές σχολιασμού μιας μεσοπρόθεσμης επικαιρότητας.

Ξεκινάμε σε καιρούς υποχώρησης όχι μόνο των κινημάτων αλλά και του νοήματος που η κραυγή ελευθερίας φέρει μέσα στην ιστορική σκηνή. Και με αυτό ως παρατήρηση μπορούμε να διατυπώσουμε τους λόγους που μας οδηγούν σε αυτή την επιλογή: είναι η επείγουσα ανάγκη μας να ψηλαφίσουμε κατανοήσεις εκτός και ενάντια της κυρίαρχης ιδεολογίας, να δημιουργήσουμε ένα βήμα ελεύθερου στοχασμού και διανοητικής ανταλλαγής, να κάνουμε κριτική στην σύγχρονη επιστήμη και στους μηχανισμούς της.

«Tο μεγάλο πρόβλημα είναι πως εδώ και χρόνια είμαστε όλο άρνηση και κριτική» είχε πει ο Θόδωρος Αγγελόπουλος το 2009. Η Athens Voice δεν παρέλειψε να κάνει τη φράση του μότο για τα social media. Το κρίσιμο ερώτημα όμως δεν είναι τελικά τι είμαστε αλλά τι νόημα δίνουμε σήμερα σε αυτές τις δύο λέξεις· ή αν προτιμάτε, τι κατάντησαν αυτές οι δυο λέξεις να σημαίνουν: η άρνηση ένα άγονο χωράφι και η κριτική μια απάνθρωπη περιχαράκωση - πουριτανική σχεδόν - απέναντι στη ζωντανή δημιουργία. Αν σήμερα λοιπόν επιδιώκουμε να ανοίξουμε ξανά πανιά με πλοηγό αυτούς τους δυο αστερισμούς ξέρουμε πως πρέπει να τους αναζητήσουμε ξανά χωρίς βέβαιο χάρτη.

Άρνηση και κριτική ως αφετηρία, ηθική στάση και μέθοδος, αστρολάβος ζωής. Σε μια εποχή που αρνείται τη λύτρωση η σκέψη δεν μπορεί παρά να αρνηθεί την εποχή, το άμεσα αντιμέτωπο, να παλέψει με τα γυμνά χέρια του λόγου. Τη στιγμή που τα τέρατα από το θρόνο της αυθεντίας εγκληματούν ανερυθρίαστα σε απευθείας μετάδοση, η κριτική οφείλει να ψάξει μέσα στο σκοτάδι την μικρή εκείνη κλωστή που κρέμεται στη φορεσιά του βασιλιά· το νήμα, απ’ το οποίο οι καταπιεσμένοι θα ξηλώσουν την τήβεννο της εξουσίας.

Άρνηση και κριτική, λοιπόν. Εμείς θα επιμείνουμε και στα δυο. Τι και αν ο οδοστρωτήρας της κατάφασης, έσχατος σαλπιστής του ολοκληρωτισμού, επιχειρεί να ποδοπατήσει οριστικά την άρνηση θάβοντας κάθε ελπίδα κάτω από το ογκώδες υπερεγώ της εποχή των νάρκισσων εκσυγχρονιστών, εμείς θα επιμείνουμε για μια ακόμα ανάσα στο κόσμο.


Μια ακόμα ανάσα


στον Νίκο Ρωμανό

Στις μέρες που γράφαμε αυτές τις σελίδες η απεργία πείνας ενός παιδιού που αποφάσισε να διεκδικήσει την ελευθερία με οδόφραγμα το σώμα του ήταν η εικόνα που αποκάλυψε το πιο σάπιο πρόσωπο του κράτους. Πέρα από την υλική δικαίωση του αιτήματός του, τις τακτικές των κινημάτων, των κομμάτων και της εξουσίας, η στάση του -συνειδητά ή ασυνείδητα- ήταν η επιτομή της κριτικής πράξης. Ξεγυμνώνοντας το αξιακό πλαίσιο της αστικής δημοκρατίας αποκάλυψε πως ο βασιλιάς είναι γυμνός. Η θέση του, έδειξε τον κίβδηλο χαρακτήρα όλων των διακηρύξεων περί σωφρονισμού και μαζί τους τις θεμελιακές προϋποθέσεις μια επιστήμης που το συνοδεύει.

Στους καιρούς των βασιλιάδων η τελετουργία του βασανισμού ήταν η αντανάκλαση της υπεροχής τους κυρίαρχου, η επιβεβαίωση (αυτοκατάφαση) της εξουσίας του. Δεν επρόκειτο για τεχνική αντιμετώπισης του εγκλήματος ως φαινομένου αλλά για θεαματική αφήγηση μιας κατ’ επανάληψιν παραβολής: της συντριπτικής αδυναμίας του υπηκόου απέναντι στη δύναμη του βασιλιά. Η θριαμβευτική νίκη της εξουσίας συγκροτούσε το περιεχόμενου του δημόσιου πολιτικού τελετουργικού, με την εκμηδένιση του παραβάτη να επιβεβαιώνει, ξανά και ξανά, την απόλυτη υπεροχή της ισχύος. Εδώ όμως, αυτό που συγκροτεί το θεσμικό τελετουργικό δεν είναι ο βασιλιάς, αλλά οι θεατές. Το σώμα του παραβάτη εγγράφει μεν την τιμωρία μέσω του πόνου, το μέγεθος όμως της σωματικής θυσίας, επαφίεται στο κοινό. Ο όχλος - οδηγητής, στο όνομα και για χάρη του οποίου οικοδομήθηκαν τα Κολοσσαία, μπορεί να επιβραδύνει, να επιταχύνει ή ακόμα και να σταματήσει το θάνατο. Γιατί άραγε (σχεδόν) πότε δεν το πράττει;

Στους καιρούς της δημοκρατίας η εξουσία, ίδια και απαράλλαχτη, επιβεβαιώνει τη δύναμή της μέσω μιας λεπτής συνταγοδοσίας σαδισμού και ευσπλαχνίας, με τη δεύτερη να κρατά το κλειδί της κατανόησης. Γιατί μπορεί η δύναμη του Νόμου να μην παρακινεί τίποτα παραπάνω από μια εκδικητική μηχανή, μόνο που, η ίδια μηχανή, με το πιστόλι στον κρόταφο, παζαρεύει ταυτόχρονα με τον όχλο την «ανθρωπιστική» της επιβεβαίωση.

Δεν είναι λοιπόν η εξαίρεση, αλλά ο διαχρονικός κανόνας της δημοκρατίας αυτό που επιβεβαιώνουν οι πρόσφατες πράξεις της. Ο τελετουργικός βασανισμός ενός παιδιού έγινε δημόσιο θέαμα προς τέρψιν του όχλου. Από τη στιγμή που η εξουσία έχει τη δυνατότητα να καθορίζει την κοινωνική διαιτησία έτσι ώστε ο καθένας να δηλώνει υπέρ ή κατά της ζωής, χωρίς όμως να αμφισβητεί το τελικό της δικαίωμα πάνω στο θάνατο, το παιχνίδι έχει χαθεί. Το θεολογικό της σχήμα, η μεταφυσική διάσταση του δικαίου, σκιαγραφείται από το γεγονός πως η ίδια προβάλει ταυτόχρονα ως η πηγή των δεινών αλλά και της επικείμενης λύτρωσης· βλοσυρός Ιεχωβάς και στοργικός Σωτήρας.

Το τι συγκαλύπτει αυτό το σχήμα είναι ίσως μάταιο να αναλύσουμε. Αυτό που μας απασχολεί εδώ, αυτό που θα έπρεπε να απασχολεί κάθε επαναστατική κριτική, είναι το τι κάνουμε εμείς: Ποιος είναι εκείνος ο μηχανισμός που μας οδηγεί σχεδόν αυτάρεσκα στον αφανισμό; Μήπως γιατί στην υπήνεμη θάλασσα της συναίνεσης γίναμε υπηρέτες του όχλου; Μήπως βάλαμε νερό στο κρασί μας; Μήπως, τελικά, αγαπήσαμε τη δημοκρατία;

Στο ερώτημα γιατί ο όχλος δεν αντιδρά η απάντησή μας είναι απλή: γιατί είναι όχλος. Μια ετερόβουλη μάζα, το πολυδιαφημισμένο (από την ιδεολογία και τους μεταμοντέρνους συνοδοιπόρους της), αλλά ακίνδυνο, πλήθος. Ο όχλος δεν αντιδρά, όχι γιατί δεν έχει συνείδηση της υλικής του δύναμης ή οποία είναι άλλωστε συντριπτική απέναντι στην εξουσία– αλλά γιατί πάσχει από μια πραγματική αδυναμία, αφάνταστης ψυχολογικής δυναμικής: είναι εθισμένος στο θέαμα του θανάτου! Η θανατοπολιτική του ρωμαίου αυτοκράτορα εξακολουθεί να κατασκευάζει υπηκόους, αποσπώντας συναινέσεις μέσα από την αιμοδότηση των πιο παθολογικών νευρώσεων. Από τη στιγμή που το νέο πεδίο αντιπαράθεσης έγινε η «δημοκρατική» επιλογή του θανάτου ή της παράτασης της ζωής μέσω του τελετουργικού της γροθιάς με τον αντίχειρα στραμμένο μια προς τον ουρανό και μια προς τη γη (εν είδει like και dislike στα διαδικτυακά μέσα), οριοθετεί τις μόνες δυνατές επιλογές μεταξύ θανάτου ή επιβίωσης, το παιχνίδι μοιάζει χαμένο εξ αρχής για τους εραστές μιας ζωής με νόημα.

Τι κάνουμε λοιπόν; Πρώτη προϋπόθεση είναι η άρση του διλήμματος, το ξήλωμα της αυθεντίας του νόμου, το ξεγύμνωμα του βασιλιά. Για εμάς, από αυτές τις σελίδες, προϋπόθεση είναι η κριτική, ως πρώτη πράξη της μεγάλης άρνησης.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου