Να φύγετε, να πάτε αλλού…

«τι; Ψάχνεις να πολλαπλασιαστείς επί δέκα, επί εκατό; Ψάχνεις για οπαδούς, για μηδενικά» Φ. Νίτσε

Ένα σύνθημα λέει: το life style (το κυρίαρχο) είναι μαγικό γιατί μετατρέπει τα μηδενικά σε νούμερα. Προεκτείνοντας λογικά το συλλογισμό του συνθήματος θα μπορούσαμε να πούμε: το αντί-life style (το «επαναστατικό») μετατρέπει τα νούμερα σε μηδενικά.

Παρένθεση: το ότι βάζεις ένα «αντί» μπροστά από κάτι δεν αλλάζει πολλές φορές τίποτα απολύτως στην οντολογία αυτού του κάτι. Και η αντι-βία, βία είναι και η αντι-τέχνη, τέχνη και η αντι-κουλτούρα, κουλτούρα. Πολλές φορές δε, το αντί είναι ακόμα ποιο αποκρουστικό από το πρωτότυπο.

Με άλλα λόγια, το ότι άφησες, αγάπη μου, τζίβες, καβάλησες και ένα ποδήλατο, μιλάς αργά και επαναλαμβάνεις ανά δύο λέξεις αυτό το εκνευριστικό «ντάξει;», χαϊδεύεις όλα τα κοπρόσκυλα της περιοχής, τριγυρνάς από «συνέλευση» σε «συναυλία» και από πάρκο σε κατάληψη και γενικά όπου γίνεται «φάση», όντας φυσικά πάντα σε αφασία, δεν σε κάνει επαναστάτη….

Νούμερο ήσουν από παλιά, από τότε που «την έψαχνες» με το ένα και με το άλλο, μόνο που τώρα έχεις γίνει μηδενικό. Που η μόνη του λειτουργία είναι να στριμώχνεται άβουλα πίσω από διάφορους παραγοντίσκους. Το ξέρω πως σου φαίνονται σπουδαίοι και σοβαροί μόνο που είναι κουτοπόνηρες μονάδες. Και είναι μονάδες, όχι μόνο γιατί κάνανε τον εγωισμό τους άποψη και τη μιζέρια τους ιδεολογία, αλλά γιατί έχουνε το συνήθειο να μαζεύουνε γύρο τους μηδενικά. Πολλά μηδενικά. Και όσο συνωστίζονται τα μηδενικά, τόσο πολλαπλασιάζονται τα νούμερα και η φούσκα διογκώνεται μέχρι να σκάσει εκκωφαντικά. Και να το πάμε, έτσι, πάλι το έργο από την αρχή με καινούργια νούμερα και ολοκαίνουργια μηδενικά, με νέες μόδες και κουρέματα και ιδεολογίες και απόψεις. Στο ίδιο έργο θεατές. Είναι τελικά ατέρμονος ο κύκλο της ασημαντότητας…

Η επέλαση των Βαρβάρων

«δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιείται ο όρος βαρβαρότητα για την κυρίαρχη πολιτική στην Ευρώπη σήμερα» Κ. Καραμανλής

Όταν κάτι το φοβάσαι και αρνείσαι πεισματικά να το ανακαλύψεις συνήθως του δίνεις έναν όρο απαξιωτικό. Πολλές φορές ο όρος αυτός είναι ένας νεολογισμός. Οι συντηρητικοί του 60 ονόμαζαν τους νέους «γιεγιέδες» από την παρήχηση που άφηναν στα αυτιά τους τα τραγούδια των Μπιτλς και του Σαββόπουλου.

3.000 χρόνια πριν, οι τυχοδιώκτες Έλληνες έμποροι μετέφεραν στις πόλεις τους τις εμπειρίες από «άγριους» και «απολίτιστους» λαούς που συναντούσαν στα ταξίδια τους. Τους ονόμασαν βαρβάρους, γιατί η γλώσσα τους ηχούσε στα αυτιά τους σαν ένα συνοθύλευμα από ομόηχες άναρθρες κραυγές: βαρ, βαρ.

Έτσι γεννήθηκε ο όρος βαρβαρότητα και μαζί του όλη η σχετική φιλολογία. Για να σταθεί ο «πολιτισμένος» και να παραμείνει ισχυρός χρειάζεται ο «βάρβαρος». Οι νικητές είχαν πάντα το προνόμιο του πολιτισμένου και μαζί το δικαίωμα να ασκούν βία για να «εκπολιτίσουν» τους «βάρβαρους».

Με τις «δημοκρατικές» εκ-λογές της Ευρώπης φαίνεται, όμως, ότι οι όροι αντιστρέφονται (αν και με το μεταμοντέρνο πολιτικό λόγο που μας έχει καταπνίξει ίσως από καιρό να έχουν χάσει πια κάθε νόημα). Αν αναγνώσουμε τα πρόσφατα αποτελέσματα οι βάρβαροι επέλασαν στην Ευρώπη για ακόμα μια φορά. Αυτή τη φορά την έκαναν από μέσα. Και το τραγικό είναι ότι δεν φαίνετε τίποτα πια στον ορίζοντα, ούτε ένας Μαραθώνας, ούτε ένα Πουατιέ, ούτε μια Βιέννη, για να τους σταματήσει…

Μπάμπης Βωβός: η εξουσία είναι κιτς φαινόμενο



Από την Πρώτη Διεθνή ως τα σήμερα εκατομμύρια τόνοι μελανιού έχουν σπαταληθεί. ΟΚ. Το καταλάβαμε όλοι πια. Η εξουσία ταυτίζεται με το άδικο. Όμως φαίνεται πως εξακολουθεί να μας ασκεί μια ανυπέρβλητη γοητεία γιατί σε αντίθετη περίπτωση οι «μάζες» θα την είχαν ξεθεμελιώσει. Πάσχουμε, μάλλον, σαν κοινωνία από αισθητικό κριτήριο γιατί αλλιώς δεν είναι δυνατόν να υπομένουμε αγόγγυστα τόση συσσωρευμένη ασχήμια. Ηδονιζόμαστε, ας το παραδεχτούμε, από τις αμερικανιές επιστημονικής φαντασίας, από τις γυάλινες φιμέ προσόψεις του Περισσού (τίγκα στο νέο-σοβιετικό ρεαλισμό), από τις εμμονές κομπλεξικών αρχιτεκτόνων για πολύ ψηλά κτίρια, από τις καλομοίρες και τις πετρούλες.

Συντρόφια, χρειάζεται αντεπίθεση. Μαζική οργάνωση για πόλεμο ενάντια στην ασχήμια. Για να έρθουμε «από το μέλλον» πρέπει να μην κουβαλάμε το παλαιό, πολυφορεμένο και πανάθλιο κουστούμι. Ήρθε μάλλον η ώρα να πάψουμε να ενωνόμαστε αυτιστικά με το είδωλο που μας προσφέρει ο καθρέφτης της εξουσίας. Πρέπει να γίνουμε ξανά επικίνδυνα όμορφοι σαν τους εξεγερμένους της Κομούνας, σαν τους ιθαγενείς του Μεξικού, σαν το περήφανο εφηβικό βλέμμα του Αλέξη.

Πρέπει να μείνουμε ενωμένοι. Μια δύσκολη περίοδος είναι, άλλωστε, και θα περάσει. Τι και αν φαντάζουν σήμερα ανυπέρβλητα τα κιτς μεγαλόσχημα κτίρια του Μπάμπη του Βωβού; Έχουμε χρέος να δράσουμε. Να δράσουμε πριν μας φάνε οι εργολάβοι…

Η κρυφή γοητεία του Κον-Μπεντίτ

Όχι άλλη πρασινάδα, έλεος!!

Δε μας φτάνει το γεγονός ότι σε λίγο καιρό, σύμφωνα με τα γκάλοπ, θα μας κυβερνάει ο Γιωργάκης (και πού όρεξη για εξέγερση με τέτοιας μορφής εξουσία;) έχουμε και αυτή την παπαριά της πρασινίλας που μας τριβελίζει καθημερινά τα αυτιά. Πράσινη ανάπτυξη, βιώσιμη(-αβίωτη) ανάπτυξη, εναλλακτική ενέργεια, βιοκληματικότητα, πράσινη οικονομία, πράσινα αυτοκίνητα, πράσινα άλογα. Ο καπιταλισμός το βρήκε το νέο του παραμύθι για να βγει από την κρίση και όλα τα «φυτά» τσιμπάνε. Τι παπαριά έχουμε να ακούσουμε, αγάπη μου, στο άμεσο μέλλον δεν θέλω και να το φανταστώ.

Τι και αν τη νέα οικονομία την προωθούν όλες οι μεγάλες πολυεθνικές του πετρελαίου και των αυτοκινήτων, τι και αν το πέρασμα στη νέα οικονομία σημαίνει ένταση της εκμετάλλευσης, ελαστικές σχέσεις εργασίας, ιδιωτικοποιήσεις, τι και αν μας την επιβάλει το ΔΝΤ και η ΠΤ με τις επενδύσεις τους, τι και αν κάθε νεοφιλελεύθερος αναλυτής που σέβεται τον εαυτό του και θέλει να είναι in φοράει πράσινο κασκόλ; Δεν υπάρχει μικροαστός (κάθε κοπής) που να μην τσιμπάει.

Ρε, δε πάτε να πνιγείτε, οικολόγοι του συστήματος. Σας ξέρουμε και από χτες που το παίζατε φρικιά, σας βλέπουμε και σήμερα που σοβαρευτήκατε και θέλετε και βουλή, θα σας πολεμήσουμε με λύσσα και αύριο που το πάτε για (συν)κυβέρνηση!

Δεν τσιμπάμε, Ντανιέλ μωρό μου, δεν τσιμπάμε. Σορβόννη τέλος. Εξεγερθήκαν τα προάστια...