Η σύζυγος και η πόρνη: καταστατικές προϋποθέσεις μιας ταξικής αντεπίθεσης

Οι Χορκχάιμερ και Αντόρνο στο έργο τους «Η Διαλεκτική του Διαφωτισμού» κάνουν μια πολύ διεισδυτική παρατήρηση για τη σχέση ανάμεσα στη σύζυγο και την πόρνη μέσα στην πατριαρχική συνθήκη. Γράφουν «η πόρνη και η σύζυγος είναι οι δύο αντίθετοι πόλοι της γυναικείας αυτοαλλοτρίωσης: η σύζυγος προδίδει την ηδονή εν ονόματι της σταθερής οργάνωσης της ζωής και της ιδιοκτησίας, ενώ η πόρνη, κρυφή σύμμαχος της συζύγου, υποτάσσει σε σχέση κατοχής αυτό που αφήνει ελεύθερο το δικαίωμα κατοχής της συζύγου: πουλάει την ηδονή». Αποκαλυπτικό για αυτό ακριβώς το δίπολο είναι και το πρόσφατα μεταφρασμένο στα ελληνικά βιβλίο της Σίλβια Φεντερίτσι «Ο Κάλιμπαν και η μάγισσα: γυναίκες, σώμα και πρωταρχική συσσώρευση» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις των ξένων και πραγματεύεται το ιστορικό φαινόμενο του κυνηγιού μαγισσών. Η συγγραφέας μέσα από εντυπωσιακά ιστορικά στοιχεία μας οδηγεί σε ένα πολύ αποκαλυπτικό συμπέρασμα: η πρακτική του κυνηγιού μαγισσών από την παπική και φεουδαρχική εξουσία δεν είχε στην πραγματικότητα ως στόχο να καταστείλει τις μαγειοθρησκευτικές τελετουργίες αλλά ο πραγματικός της σκοπός ήταν να καθυποτάξει όλες τις γυναίκες μέσω του φόβου που τους προκαλούσε το μέγεθος της καταστολής. Η συγγραφέας μιλάει εδώ για την καθυπόταξη των γυναικείων σωμάτων στη σταθερή, ετερόνομη, καταναγκαστική και χωρίς αμοιβή εργασία, μια μορφή δουλείας που αποτέλεσε καταστατική προϋπόθεση – μια μορφή αρχικής συσσώρευσης – για την φεουδαρχική και μετέπειτα καπιταλιστική κυριαρχία και ανάπτυξη.