Η Σώτη Τριανταφύλλου και η "ανοιχτή κοινωνία"

Μυστήριο πράμα τελικά οι συμπτώσεις. Η Σώτη Τριανταφύλλου γράφει στην Athens Voice. Το ίδιο και ο Πάσχος Μανδραβέλης. Η Σώτη έφαγε αυγά στα Εξάρχεια. Αυγά έφαγε και ο Πάσχος. Όταν τα έφαγε ο Πάσχος, έγραψε το "Η ανοιχτή κοινωνία και οι εχθροί της", όπου εχθροί της "ανοιχτής κοινωνίας" ήταν οι αντιεξουσιαστές. Ήταν ένα άρθρο για την καταστολή της ελευθερογνωμίας (του Πάσχου). Τώρα, γράφει η Σώτη για την "ανοιχτή κοινωνία", αλλά η Σώτη, χωρίς να τα χει σπάσει με τον Πάσχο, δεν την πολυσυμπαθεί λέει τελικά την ανοιχτή κοινωνία. Γιατί η κοινωνία πρέπει να ανοιχτή για τη Σώτη και τον Πάσχο. Άμα όμως η κοινωνία παρα-ανοίξει, άμα τρόπον τινά ξεχειλωθεί, τότε δεν είναι πλέον ωραία η φάση. Και, από ό,τι φαίνεται, από τον Νοέμβρη του 2009 που γραφε ο Πάσχος εκείνα τα συγκινητικά τα ποππεριανά του, η κοινωνία άνοιξε πιο πολύ και απ' την ψαλίδα του εθνικού χρέους, οπότε δεν πολυλέει πλέον η ανοιχτή κοινωνία. Είναι πασέ. Ο φιλελευθερισμός εκπλήρωσε το "άνοιγμα" και λέει, τώρα που δεν έφυγε η κρίση (που γαμώ τον μαρξισμό τους μέσα τους γκαντέμηδες που λέγανε δεν φεύγει), να αρχίσει να κλείνει σιγά-σιγά καμιά πόρτα, κανα παράθυρο γιατί το παραέχουμε ξηλώσει εις το Ελλάδα:

Σε ποιο βαθμό μπορεί να είναι ανοιχτή μια «ανοιχτή κοινωνία»; Όσο το επιτρέπει η ιδέα της πλουραλιστικής κοινότητας στο εσωτερικό της οποίας τα διαφορετικά στοιχεία γίνονται σεβαστά με αμοιβαίο τρόπο.

Επειδή η πρόζα της Σώτης είναι πολύ απαιτητική η άτιμη, χρειάζεται μεταγλώττιση εδώ για να γίνει κατανοητή. Θέτει η Σώτη το ερώτημα, βαρύ ερώτημα, "μέχρι πού μπορεί να είναι ανοιχτή η ανοιχτή κοινωνία" (και άρα και μέχρι πού μπορεί να είναι κλειστή η ανοιχτή κοινωνία, που όμως παραμένει παρ' όλα αυτά ανοιχτή, αλλά με την καλή έννοια· μην την ψάχνετε, δύσκολο να σας τα εξηγήσω). Θέτει λοιπόν το ερώτημα: Μέχρι πού;

Και έρχεται η απάντηση: Μέχρι εκεί που γουστάρει η ίδια η ανοιχτή αυτή κοινωνία να είναι ανοιχτή. Διότι άμα δεν γουστάρει, τότε δεν μπορεί να ανοίξει άλλο και γίνεται κλειστή κοινωνία η ανοιχτή κοινωνία. Και πώς μπορεί κάποιος να ξέρει ότι "η ιδέα της πλουραλιστικής κοινότητας στο εσωτερικό της οποίας τα διαφορετικά στοιχεία γίνονται σεβαστά με αμοιβαίο τρόπο" δεν περπατάει πλέον και είναι ώρα να τα κλείνουμε (τα σύνορα); Απλό. Εμπειρικά. Άμα ας πούμε εσύ δεν είσαι μέλος της ανοιχτής κοινωνίας και η ανοιχτή κοινωνία σου σπάσει το κεφάλι ή σε πυροβολήσει ή σου πετάξει βιτριόλι στη μούρη, πάει να πει ότι "η ιδέα της πλουραλιστικής κοινότητας" μπλα μπλα δεν το επιτρέπει το πράμα και άρα πάπαλα η ανοιχτή κοινωνία και τελείωσε το θέμα (ο Ντεριντά πήρε τηλέφωνο τον Χάμπερμας από πάνω ψηλά να ανέβει και αυτός λέει να το ρίξουν στην πρέζα γιατί τσάμπα τα γράφανε τα απροϋπόθετα, και τα α/δύνατα, και τα κανονιστικά και τα ρυθμιστικά ιδεώδη, και όλες αυτές τις προ-σώτειες μπούρδες).

Έκλεισε αυτό το θέμα. Να πιάσουμε και ένα άλλο. Η Σώτη εξηγεί πώς γίνεται ο άνθρωπος ρατσιστής. Παίρνουμε έναν άνθρωπο λέει που δεν είναι ρατσιστής. Του λέμε εμείς, πειραματικά καθαρά, όχι από κακία και τέτοια, "είσαι ρατσιστής ρε!" Τσουπ, αυτός ο άνθρωπος θυμώνει πολύ και γίνεται ρατσιστής (το ίδιο ισχύει όταν λέμε κάποιον "βάζελο", "καρδιοχειρούργο", "εγγαστρίμυθο" ή "χορεύτρια").

Ο ρατσισμός είναι μια αφοριστική, επιφανειακή και απλοϊκή κατηγορία. Οι άνθρωποι που κατηγορούνται για ρατσισμό ενώ δεν είναι ρατσιστές εξοργίζονται και τελικά γίνονται ρατσιστές: ο πειρασμός του ρατσισμού είναι μεγάλος στην καθημερινότητα της Δύσης.

Μ' αυτό τον τρόπο, επειδή δηλαδή γυρνοβολάνε κάτι ανεύθυνοι από δω και από κει φωνάζοντας "ρατσισμός!" "ρατσισμός!", έχει γεμίσει ο τόπος ρατσιστές, και όσο γεμίζει τόσο φωνάζουνε, και όσο φωνάζουνε τόσο γεμίζει. Αν δεν λες όμως "ρατσιστή!" αυτόν που δεν είναι ρατσιστής, τότε αυτός δεν γίνεται ρατσιστής, γίνεται απλώς σώτης (νταξ, με λιγότερη ευφυία) και τότε λέει απλώς "πω, πω, πουντιάσαμε ρε παιδιά μ' αυτή την ανοιχτή κοινωνία, δεν την κλείνουμε λίγο;", πράγμα που δεν είναι ρατσιστικό, αλλά απλώς σωτικό. Και το να γίνεσαι σώτης είναι μεγάλο πράμα γιατί είναι καλύτερο απ' το να γίνεις ρατσιστής, διότι ο πειρασμός του ρατσισμού είναι μεγάλος στην καθημερινότητα της Δύσης, όπου ούτε να κατουρήσεις δεν μπορείς να πας χωρίς να σε πει κάποιος ρατσιστή και να θυμώσεις εσύ και να γίνεις ρατσιστής πριν προλάβεις καν να την τινάξεις που λέει ο λόγος.

Εν τω μεταξύ, παρέα στην πρέζα κάνουν στον Ντεριντά και τον Χάμπερμας κάτι χιλιάδες κοινωνιολόγοι που γράφανε κάτι αηδίες για ρατσισμό ως ιδεολογία και ως κοινωνική δομή και λέγανε οι ταλαίπωροι για διαπλοκές φυλής και τάξης και φυλής και φύλου και άλλα χαζά, και φάγανε τα νιάτα τους τσάμπα με μια απλή, και μάλιστα "επιφανειακή και απλοϊκή" κατηγορία --και ούτε καν κατηγορία με την κοινωνιολογική έννοια αλλά κατηγορία με την έννοια "φτου σου ρε, να χαθείς δεν ντρέπεσαι!"

Μόνο αυτά θα σας αναλύσω σήμερα από το άρθρο της Σώτης γιατί άμα τα πιάσω όλα θα γράψω βιβλίο και αυτό απαγορεύεται γιατί είναι παραβίαση του sotiright, που είναι εχέγγυο και θεμέλιο ατράνταχτο της ανοιχτής κλειστής κοινωνίας.

http://radicaldesire.blogspot.com/2011/02/blog-post_2287.html

η Δημοκρατία έχει τελειώσει

Μπορούμε να το πούμε χωρίς περιστροφές: το απονενοημένο εγχείρημα δημοσιοποίησης της απεργίας πείνας 200 απελπισμένων μεταναστών με κατάληψη της Νομικής Σχολής ήταν ηθικά ορθό, αλλά στρατηγικά λάθος. Και αυτό δεν αφορά βέβαια τη δική τους απόφαση να κατεβούν σε απεργία πείνας --που ήταν εξαρχής ειλημμένη-- διότι χρειάζεται απύθμενο θράσος για να κρίνει κάποιος, από την ασφαλή θέση του κοινωνικά ενταγμένου, τις πράξεις ανθρώπων που έχουν εξωθηθεί στα όρια της ανθρώπινης κατάστασης και στην άβυσσο της απόγνωσης. Αφορά τους χειρισμούς εκ μέρους ενός ορισμένου κομματιού της Αριστεράς που έχει μάθει να κρατάει το ένα πόδι στο κίνημα και το άλλο στη σάπια βάρκα του κοινοβουλευτισμού - για να πέφτει κατά κανόνα στο ενδιάμεσο χάσμα... Οι αντιδράσεις που ακολούθησαν όμως δεν ήταν απλώς δυσανάλογες: ήταν, με όλη τη σημασία του όρου, τρομακτικές! Σύσσωμο το πολιτικό σύστημα, οι τραμπούκοι των καναλιών και των δημοσιογραφικών συγκροτημάτων, οι εξαχρειωμένες μικροαστικές «πλειοψηφίες» και, βέβαια, οι εκπρόσωποι του κράτους επιδίδονται σ' ένα ψυχωτικό παραλήρημα κατά των μεταναστών και των ξένων, σαν να είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος αυτή τη στιγμή για την ελληνική κοινωνία. Με την ιαχή «Το κράτος δεν εκβιάζεται» --προφανώς διεκδικεί το δικαίωμα μόνο να εκβιάζει-- η κυβέρνηση επιτίθεται με ανήκουστη εκδικητικότητα φτάνοντας στο σημείο να ανακαλέσει άδειες παραμονής που είχαν δοθεί από τον Προκόπη Παυλόπουλο επί Νέας Δημοκρατίας σε μετανάστες-απεργούς πείνας· και το αποκορύφωμα: τμήμα του Συμβουλίου Επικρατείας (αναμένεται η απόφαση της Ολομέλειας) κηρύσσει αντισυνταγματική την εγγραφή επί μακρών εγκατεστημένων μεταναστών στα μητρώα των δήμων ώστε να ασκήσουν νομίμως τα εκλογικά τους δικαιώματα, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο ν' ανακληθούν πράξεις απόδοσης ιθαγένειας σε μετανάστες οι οποίοι πληρούσαν τις προϋποθέσεις.

Παγώνει το αίμα όσων συνειδητοποιούν τί σημαίνουν όλ' αυτά για μια κοινωνία. Κρίνοντας όσο πιο ψύχραιμα μπορεί κάποιος υπ' αυτές τις συνθήκες, αντιλαμβάνεται ότι τα γεγονότα της Νομικής ήταν απλό πρόσχημα. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ είναι φανερό ότι μεθοδεύει από καιρό με χαλύβδινη αποφασιστικότητα την αναίρεση όχι μόνο των προγραμματικών της θέσεων αλλά και νομοθετημάτων τα οποία η ίδια είχε θεσπίσει. Με το πρόσχημα της πίεσης του «κοινού αισθήματος» --και ποιος το διαμορφώνει, αν όχι πρωτίστως τα ίδια τα κυβερνητικά ελεγχόμενα Μαζικά Μέσα;-- συντονίζει το βήμα της με την εγκληματική ακροδεξιά, τα καρατζαφερικά ανθρωποειδή που είναι αυτή τη στιγμή το στενότερο πολιτικό της στήριγμα, και με την ανοχή εάν όχι σύμπραξη όλου σχεδόν του κοινοβουλευτικού φάσματος προχωρεί στην ολοκληρωτική θωράκιση ενός κράτους που γίνεται, όπως όλα περίπου τα σύγχρονα κράτη, μια δικτατορία του πολυεθνικών εταιρειών και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Και οι ίδιες εκείνες μάζες που νιώθουν στο πετσί τους το νόημα των κρατικών σχεδιασμών, που υφίστανται ανελέητα τη μετωπική επίθεση των κεφαλαιοκρατικών ελίτ και χάνουν και αυτή την εγγύηση της επιβίωσής τους που υποτίθεται ότι συνιστούσε καταστατική υποχρέωση --και όρο νομιμοποίησης-- του νεωτερικού κράτους να διαφυλάσσει, στρέφονται με νεαντερντάλεια ανακλαστικά κατά των ακόμη πιο εξαθλιωμένων, ακριβώς για να μη δουν ποιος είναι ο πραγματικός τους εχθρός, και ποιο αδυσώπητο πλέγμα συσχετισμών τούς δένει αδιαχώριστα με τους μετανάστες και τους πρόφυγες ως θύματα του ίδιου θύτη.

Όλ' αυτά έχουν ξαναγίνει - όμως ο πολυτραγουδισμένος «λαός» είναι ζώο βραδύνοο και τυφλό, δεν θέλει να ξέρει τίποτα και δεν διδάσκεται από τις τραγωδίες του παρελθόντος, παρασέρνοντας και όσους ανέλπιδα αντιστέκονται στη μοίρα που πιθανότατα του αξίζει... Εκείνοι όμως που η συγκυρία τούς έφερε να χαράζουν πολιτική σήμερα, πώς θα δικαιολογηθούν στον εαυτό τους και στις ερχόμενες γενιές (αν υπάρξουν τέτοιες); Το Συμβούλιο Επικρατείας είναι το απαύγασμα του λεγόμενου νομικού πολιτισμού, εγγύηση της Δημοκρατίας και θεσμός απαραβίαστου κύρους που οι αποφάσεις του δεσμεύουν και τις ίδιες τις κυβερνήσεις. Εγώ λοιπόν θα πω ότι γίνεται τούτη τη στιγμή προπομπός μιας θανάσιμης τσουλήθρας της κοινωνίας μας προς τον ολοκληρωτισμό, το αρχαϊκό δίκαιο του αίματος και την αιματοβαμμένη εθνοφυλετική παράνοια - όπως ακριβώς έγιναν κάποιες από τις λαμπρότερες νομικές αυθεντίες της Βαϊμάρης... Και αυτό επίσης σημαίνει ότι η Δημοκρατία έχει τελειώσει: όλα τα υποθετικά ή πραγματικά συμβόλαια έχουν παραβιαστεί, το κράτος, υπόλογο μόνο στις ολιγαρχίες που φτιάχτηκε για να υπηρετεί, δεν προστατεύει ούτε εγγυάται κανενός δικαιώματα, δεν εκπροσωπεί καμία συλλογικότητα και --δεν χρειάζεται να το πω-- η αυτοσυντήρηση της κοινωνίας επιβάλλει να μη δεσμευόμαστε πλέον από τα διατάγματά του.

Φώτης Τερζάκης

υποκινηθήκαμε από τους μετανάστες

Eπιτελεστική δήλωση κοινωνικής ανυπακοής - ανοικτή επιστολή
προς:
- τον υπουργό Εσωτερικών Γ. Ραγκούση
- την Εισαγγελία Αθηνών και κάθε άλλη αρμόδια αρχή

κ. υπουργέ,

Όπως πληροφορηθήκαμε, πρόσφατα, με αφορμή την απεργία πείνας των μεταναστών στο αχρησιμοποίητο κτήριο της Νομικής σχολής της Αθήνας, δηλώσατε ότι «θα αναζητηθούν με εισαγγελική παρέμβαση οι υπεύθυνοι των διαδικασιών και θα αποδοθούν ευθύνες στους συμμετέχοντες», καθώς επίσης και ότι «είναι τεράστιες οι πολιτικές και κυρίως οι κοινωνικές ευθύνες όσων υποκινώντας και οργανώνοντας την κατάληψη της Νομικής έθεσαν στην πραγματικότητα σε ασύλληπτο κίνδυνο τη χώρα και την ελληνική κοινωνία».

Για να διευκολύνουμε το έργο αυτής της αναζήτησης, σας πληροφορούμε οικειοθελώς, και με υπερηφάνεια, ότι εμείς που υπογράφουμε παρακάτω είμαστε από τους συμμετέχοντες: συμπαρασταθήκαμε, στο μέτρο των δυνατοτήτων του ο καθένας και η καθεμιά, στον αγώνα αυτών των ανθρώπων, ο οποίος υπήρξε μία από τις λίγες πηγές έμπνευσης που προέκυψαν το τελευταίο διάστημα στην ελληνική κοινωνία, και η καλύτερη προστασία απέναντι στον ασύλληπτο κίνδυνο του ρατσισμού που την απειλεί. Αναλαμβάνουμε λοιπόν πρόθυμα όλες τις πολιτικές και κοινωνικές ευθύνες που συνεπάγεται αυτή η ηθική μας δέσμευση στον αγώνα τους. Αν για το ελληνικό κράτος η αλληλεγγύη αυτή συνιστά αδίκημα, καλούμε κάθε αρμόδια αρχή να προβεί στις σχετικές ενέργειες για τον κολασμό του και είμαστε στη διάθεσή τους για κάθε αναγκαία πληροφορία.

Όσο για την «υποκίνηση», όμως, αποποιούμαστε κάθε σχετική ευθύνη. Όχι από ευθυνοφοβία, αλλά για τον απλούστατο λόγο ότι την ιδέα και την εκτέλεση της δράσης αυτής την είχαν από την αρχή μέχρι το τέλος οι ίδιοι οι απεργοί πείνας. Όσο κι αν αυτό ακούγεται αδιανόητο για τα ρατσιστικά σας στερεότυπα, και οι μη Ευρωπαίοι είναι όντα με δική τους κρίση και ικανότητα συλλογικής διαβούλευσης και δράσης. δεν είναι ανήλικοι που να χρειάζονται πάντοτε την καθοδήγηση κάποιου λευκού. Πράγμα που αποδεικνύεται περίτρανα με όσα ελπιδοφόρα συμβαίνουν αυτές τις μέρες στην Τυνησία, στην Αίγυπτο, στην Υεμένη και αλλού, όπου ο κόσμος βγήκε στους δρόμους κατά τρόπους, και για λόγους, οι οποίοι μας φαίνονται εξαιρετικά οικείοι και παρόμοιοι με όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα.

Δεν υποκινήσαμε λοιπόν εμείς τους μετανάστες. οι μετανάστες παρακίνησαν εμάς, και τους είμαστε ευγνώμονες γι’ αυτό.

Όποιος/α συμφωνεί, ας στείλει ονοματεπώνυμο, ιδιότητα και πόλη στην παρούσα διεύθυνση (cr33396@telenet.be).