ασκήσεις ολοκληρωτισμού



Μέσα στον ορυμαγδό των ημερών με τις αλλεπάλληλες αποτυχίες των κοινωνικών και εργατικών διεκδικήσεων, την απομαζικοποίηση των συνδικάτων και την ενίσχυση εθνικιστικών ρευμάτων, ένα ερώτημα πλανιέται πάνω από το κίνημα: γιατί η εργατική τάξη δείχνει να ενεργεί ενάντια στα συμφέροντα της; γιατί δένεται στο άρμα του φασισμού; πως οι κεφαλαιοκράτες αποσπούν για μια ακόμα φορά τις απαραίτητες για αυτούς συναινέσεις; Το πρόβλημα δεν είναι καινούργιο. Διατυπώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 30 όταν μέσα στην κρίση η εργατική τάξη αντί να ενωθεί στην προοπτική μιας παγκόσμιας επανάστασης στράφηκε προς το φασισμό.


Για να επιχειρήσουμε όμως μια απάντηση θα πρέπει πρώτα να θέσουμε ένα ερώτημα πρωθύστερο: ποία είναι η πραγματική φύση του ολοκληρωτισμού; Τόσο η αστικο-σοσιαλδημοκρατική όσο και η σταλινική προπαγάνδα επί δεκαετίες απογύμνωσαν τον ολοκληρωτισμό από το ουσιαστικό του περιεχόμενο. Για αστούς και σοσιαλδημοκράτες ολοκληρωτισμός σημαίνει τη στέρηση από το κράτος ατομικών ελευθεριών όπως το δικαίωμα στην ελεύθερη διατύπωση γνώμης. Για τα κομμουνιστικά κόμματα ολοκληρωτισμός ήταν ο φασισμός, ένα ιστορικό φαινόμενο, που συνδέθηκε μεν με τα αδιέξοδα του καπιταλισμού σε μια συγκεκριμένη ιστορική περίοδο αλλά συνετρίβει οριστικά από τον κόκκινο στρατό με την πτώση της Γερμανίας. Θα ήταν περιττό πιστεύω να αναλύσουμε το πλαστό σχήμα και των δύο ερμηνειών. Το τι συγκαλύπτουν είναι πρόδηλο. Θα ήταν όμως απλουστευτικό αν στην προσπάθεια μας να διατυπώσουμε έναν περιεκτικό ορισμό επιχειρούσαμε μια απλή υπέρθεση των δύο ερμηνειών. Σε τι συνιστάται λοιπόν ο ολοκληρωτισμός;

Ο Μαρξ, μέσα από την συστηματική αποδόμηση γερμανικής ιδεολογίας και βρετανικής πολιτικής οικονομίας, έδειξε πως δεν υπάρχει αυτονομία του πολιτικού πεδίου. Κόντρα σε όλες τις αστικές θεωρητικές κατασκευές απέδειξε πως κράτος και αγορά είναι ένα αλληλένδετο πλέγμα σχέσεων που ο διαχωρισμός των εξουσιών τους είναι πέρα για πέρα πλαστός. Παρόλα αυτά ένας βαθμός αυτονομίας των πολιτικών θεσμών απέναντι της αγοράς είναι απαραίτητος για την εύσχημη λειτουργία των φιλελεύθερων καθεστώτων. Σε ένα μικρό βαθμό οι πολιτικοί θεσμοί οφείλουν να είναι αυτόνομοι ώστε να εμπεδώνεται η ίδια η αστική προπαγάνδα περί αυτονομίας τους. Κανένα καθεστώς άλλωστε δε μπορεί να κυβερνάει επί μακρών μόνο με το φόβο, χρειάζεται να αποσπά συναινέσεις, όπως μας έδειξε περίφημα ο Γκράμσι. Όμως, γίνεται άμεσα κατανοητό πως η ισορροπία αυτή είναι λεπτή και έτσι σε περιόδους κρίσης ο βαθμός αυτονομίας του πολιτικού αίρεται αυτοστιγμεί. Κράτος και αγορά ταυτίζονται απόλυτα. Μία και μόνη γραφειοκρατική μηχανή παίρνει στα χέρια της το σύνολο της παραγωγής και του κατασταλτικού μηχανισμού με την κοινωνία να μετατρέπεται σε ένα κεντρικά σχεδιοποιημένο εργοστάσιο. Το αν την μία και μόνη εξουσία την ασκούν πλέον οι βιομήχανοι και τραπεζίτες, οι γραφειοκράτες του κράτους-κόμματος ή οι αξιωματικοί των ες-ες μικρή σημασία έχει. Πρόκειται για ταυτόσημες δομές σε επίπεδο πολιτικής, οργανωτικής, κοινωνικής και παραγωγικής διαχείρισης. Αυτό ο μονισμός κρατικής και οικονομικής εξουσίας χαρακτηρίζει αποφασιστικά τον ολοκληρωτισμό.

Σήμερα σε όλες τις χώρες του δυτικού κόσμου ο ολοκληρωτισμός επανέρχεται εφιαλτικά. Και είτε η οικονομική ελίτ παίρνει στα χέρια της την πολιτική εξουσία μετατρέποντας τους αστικούς κοινοβουλευτικούς θεσμούς σε οπερέτες (Ελλάδα – Ιταλία) είτε συμβαίνει το ανάποδο (Ρωσία) μικρό ρόλο παίζει για τη διαμόρφωση των δομικών αλλαγών στις κοινωνίες. Ο καπιταλισμός τείνει προς τη μονοπωλιακή συσσώρευση ανακατασκευάζοντας όλη την κοινωνία - πριν την καταστρέψει ολοκληρωτικά - σε ένα απόλυτα ελεγχόμενο εργοστάσιο. (υπάρχει και συνέχεια…)

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου