Ο Νίτσε και η συγχώρεση

Από τότε που εφευρέθηκε το συγνώμη χάθηκε το φιλότιμο λένε κάτι φιλόσοφοι της πεντάρας. Και η αλήθεια είναι πως παρότι η πεντάρα δεν έχει πια καμιά αξία το απόφθεγμά τους μοιάζει να εμπεριέχει πολύ δόση από αλήθεια. Για άλλη μια φορά θα σας κουράσω με προσωπικές μου ιστορίες.

Πριν από λίγο καιρό πέρασα δύσκολες μέρες. Μια φίλη μου απομακρύνθηκε από εμένα χωρίς να ξέρω αρχικά το γιατί. Δεν μου έλεγα τίποτα. Το σεβαστικά. Όμως μετά από μερικές ημέρες δεν άντεξα και την πίεσα να μου πει τι είχε συμβεί. Μου το είπε. Για την ακρίβεια το σκιαγράφησε. Μπορεί να μην κατάλαβα το πώς και το γιατί ακριβώς αλλά η αλήθεια είναι ότι κατάλαβα το σημαντικότερο. Υπάρχουν πράξεις μου που την πλήγωσαν. Πράξεις που την αναγκάζουν να μην μπορεί να με βλέπει πια σα φίλο της. Μου εξομολογήθηκε ότι αναρωτήθηκε πολλές φορές για το αν έπρεπε να το παραβλέψει, να διαγράφει το ό,τι έγινε και να κρατήσει μόνο τις θετικές αναμνήσεις, να με συγχωρέσει. Όμως δεν το έκανε.

Το γεγονός με έκανε να αναρωτηθώ: Ποιο το νόημα της συγχώρεσης όταν η πράξη έχει διαπραχθεί; Μπορεί ποτέ ένας τεχνητός ψυχαναγκασμός του μυαλού να διαγράψει τη μνήμη; Μήπως η μνήμη δεν θα είναι πάντα παρών για να υπονομεύει κάθε τέτοια προσπάθειας; Μήπως τελικά είναι απάνθρωπο να σε συγχωρούν;

Η αξία της συγχώρεσης εισάγεται με τον ιουδαιο-χριστιανισμό. Είναι ίδιον τον μονοθεϊστικών θρησκειών να ορίζουν το Θεό ως πηγή της «σωτηρίας» και την ίδια τη σωτηρία ως «χάρη». Η εξουσία του ιερατείο συγχωρεί για να ορίσει τη θέση της, να υποβάλει τον άνθρωπο σε αναγκαστική αυτοταπείνωση, να αποκρύψει τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά της πράξης του. Γιατί εν τέλει ο στόχος της συγχωρέσεις είναι να αποκρύψει κάθε συζήτηση για τα αίτια της πράξης μέσα από την ματαίωση της τιμωρίας και ταυτόχρονα κάθε συζήτηση για το εάν το σύστημα της ηθικής νομοθεσία είναι δίκαιο ή όχι.

Η συγχώρεση περνά από τις μονοθεϊστικές θρησκείες στον ιστορικό τους κληρονόμο• το νεωτερικό κράτος. Εδώ η συγχώρεση ως εξαίρεση από την τιμωρία που επιβάλλει το ορθοκανονικό σύστημα δίκαιο – που στο σύμπαν του ορθολογισμού όριζε υποτίθεται ανεξαίρετη ποινή για κάθε πράξη – γίνεται η προνομία του κράτους και ταυτόχρονα το εργαλείο της κατασταλτικής του οντολογίας. Το προνόμιο της εξαίρεσής μέσω της «χάρης» που δίνει ο ανώτατος αργώντας θεμελιώνει όλο και περισσότερο το γόητρο και την αυθεντία του. Το μεγαλείο την δύναμης περιλούζεται με το φωτοστέφανο της συγχώρεσης και έτσι η εξουσία γίνεται «αυθεντία» ενώ ο θεσμός της μύθος και εν τέλει μεταφυσική. Ταυτόχρονα ο υπήκοος βιώνει την ματαιότητα της αντίστασης ενώ παράλληλα αυτολογοκρίνει κάθε επιθυμία υπεράσπισης της πράξης του. Είναι η «χάρη» που τώρα κυριεύει πλήρως την ελπίδα του και, έτσι, η αυτοταπείνωση γίνεται μονόδρομος.

Τα ευεργετικά μέτρα των τρομονόμων έχουν ακριβώς αυτή τη στόχευση. Την απόκρυψη κάθε πολιτικού εγκλήματος και ταυτόχρονα της ίδια της ουσία του κράτους. Δεν υπάρχει κράτος χωρίς πολιτικό έγκλημα καθώς η ίδια η ληξιαρχική πράξης γέννησής του αποτελεί το μεγαλύτερο και ουσιαστικότερο. Την απαλλοτρίωση, δηλαδή, όλης της αυτεξούσια δημόσιας σφαίρας, της συλλογικής «αυτοκυβέρνησης» από τους ιεραρχικούς θεσμούς εξουσίας.

Οι σύγχρονοι μηχανισμού ενσωμάτωσης και εκτόνωσης υιοθέτησαν τη συγχώρεση σαν την κύρια λειτουργία τους. Και είναι μάλλον εμφανές πως ο πανάρχαιος αυτός μηχανισμός του «ιερού» είναι σήμερα πάρων και θα επανέρχεται συνεχώς όσο η αυτονομοθετική ορμή της λαϊκής θέλησης δεν στέλνει το θεό της αυθεντίας …στην σύνταξη.

Το πρόβλημα, τελικά, με το «συγνώμη» είναι ότι εμπεριέχει μια αίτηση συγχώρεσης. Όμως η συγχώρεση είναι αδύνατη για τους ανθρώπους. Η πράξη δεν διαγράφετε από τη μνήμη. Η συγχώρεση είναι απάνθρωπη γιατί ορίζει μια σύμβαση, μια κατασκευή, ένα ψεύτικο ημιδιαφανές παραπέτασμα για να κρύβει την πραγματικότητα. Η πράξη όμως παραμένει στις εικόνες, αναμοχλεύει τη μνήμη. Η σύμβαση ποτέ δεν μπορεί να διαγράψει την αλήθεια.

Ο άνθρωπος δίνει μόνος νόημα στις πράξει του. Αυτή είναι η οντολογία του και ταυτόχρονα αυτό που τον μετατρέπει σε τραγικό ήρωα. Οι ανάγκες του, οι αδυναμίες του, οι φόβοι και οι ενοχές, οι μύχιες σκέψεις του, οι φανταστικές του εικόνες. Όλα πυροδοτούν την πράξη. Όλα της δίνουν νόημα και περιεχόμενο. Δεν υπάρχει τίποτα απάνθρωπο στην πράξη. Τίποτα τόσο κακό και καλό. Για αυτό, αν υπάρχει κάτι ανθρώπινο σίγουρα δεν είναι η συγχώρεση. Ανθρώπινη είναι μόνο η πράξη. Όσο και αν πλήγωσε, όσο και αν ήταν ανήθικη σε οποιοδήποτε σύστημα δικαίου η πράξη είναι που ορίζει το ανθρώπινο. Ο Νίτσε κατηγορούσε τους εγκληματίες γιατί σπάνια έρχονται στο ύψος τον πράξεών τους. Τις περισσότερες φορές τις αρνούνται και τις συκοφαντούν.

Όμως, ποθούμε τους ανθρώπους για τις πράξει τους, ερωτευόμαστε τις αδυναμίες τους, τις επιθυμίες τους που πραγματώνονται έξω από το γενικό ορθοκανονικό σύστημα ηθικής. Το κήρυγμα της αγάπης μας δίδαξε να συγχωρούμε. Όταν συγχωρούμε, αγαπάμε. Δεν ποθούμε, όμως, αγαπάμε. Η αγάπη όμως ορίζει την υποταγή και την υποδούλωση. Ορίζει την επιθυμία για ιδιοκτησία πάνω στον άνθρωπο. Η αγάπη είναι το συναίσθημα των δειλών. Να γιατί η αγάπη είναι απάνθρωπη! Αν το να ζητάς συγνώμη είναι ανθρώπινο το να στο δίνουν και μάλιστα απλόχερα είναι, όπως μας λέει ο Νίτσε, απάνθρωπο!

Αν κάτι με κάνει να γουστάρω τη στάση της είναι ότι είναι ακέραιη. Ότι δεν αιτήθηκε την υποταγή της συγνώμης για να ντυθεί αυτάρεσκα το μανδύα της αγιότητας. Για αυτό νιώθω περήφανος – και δεν το λέω συμβατικά – που τη γνώρισα.

Καλό δρόμο…

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου