Η ιστορία χαίρεται ν’ απαξιώνει τα αυθαιρέτως επιλεγμένα σύμβολα*

*Άρθουρ Ρόζενμπεργκ
 

Α) Μεταπολιτευτικά, υπήρχε ένα διακριτό ρεύμα Ελλήνων Αριστερών που ανδρώθηκε και παγιώθηκε, στο πλαίσιο της κοινωνικής και πολιτικής μας ζωής, με βασικό συλλογιστικό άξονα την «Ευρώπη», την «Ε.Ο.Κ» και ήδη «Ευρωπαϊκή Ένωση», το «ευρωπαϊκό αξιακό κεκτημένο», τον αταλάντευτο «ευρωπαϊκό προσανατολισμό» της σκέψης του και της πολιτικής δράσης του. Στην αρχή μειοψηφικό, εσχάτως δε πλειοψηφικό και κυρίαρχο στο σώμα της ευρύτερης ελληνικής Αριστεράς με φορέα τον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή η «Ευρώπη» που, στην εναγώνια προσπάθειά τους να της προσδώσουν αριστερό, ταξικό πρόσημο, την ονόμασαν «Ευρώπη των λαών», εσχάτως πέταξε, με αλαζωνικήν αυταρέσκεια, απ’ το πρόσωπό της το ημιδιαφανές προσωπείο που της είχαν φορέσει και φανερώθηκε, αφτιασίδωτο πλέον, το πραγματικό της πρόσωπο: το γηρασμένο, ειδεχθές αντιδημοκρατικό πρόσωπο του καπιταλισμού με τα ιδιαίτερα απωθητικά χαρακτηριστικά που του προσδίδει η furor teutonicus (τευτονική μανία)
της Μέρκελ και του Σόιμπλε (Η έκφραση ανήκει στον Ένγκελς και παρατίθεται στο Ε.Χ ΚΑΡΡ, Ιστορία της Σοβιετικής Ένωσης, εκδόσεις Υποδομή, τόμος 3, σελ 667 όπου και παραπομπή σε πρωτογενή γερμανόφωνη πηγή). Αυτή η «Ευρώπη», η Γερμανική Ευρώπη, ουδεμία «ευρωπαϊκή αλληλεγγύη» αναγνωρίζει· τουναντίον, την χλευάζει αδιάκοπα κι’ ασύστολα. Το πανθομολογούμενο αυτό γεγονός, ουδόλως πτοεί την κυβέρνηση με «κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ» και τον πρωθυπουργό της Αλέξη Τσίπρα που έσπευσε, μετά ταύτα, να δηλώσει σε γερμανικό έντυπο, ότι «αγαπά την Ευρώπη» έστω με μιαν ευδιάκριτη άγρια πικρία απογοητευμένου εραστή. Αυτή η «Ευρώπη» ποδοπατάει την εθνική μας περηφάνεια, χλευάζει τα όποια ψήγματα λαϊκής κυριαρχίας μας, και, βεβαίως, στηρίζει την χώρα μας και την κυβέρνησή της όπως το σχοινί της αγχόνης στηρίζει τον κρεμασμένο. Ο Τσίπρας και οι υπουργοί του, με την αντισυμβατική ενδυματολογική συμπεριφορά τους εντός ενός συμβατικού πολιτικού πλαισίου, συναποτελούν «κρέας για τα (ευρωπαϊκά) κανόνια, ερωτευμένο με τον (Γερμανό κανονιέρη!.» Σ’ αυτόν τον πολιτικό χώρο στον οποίο ο υπουργός οικονομικών Βαρουφάκης καταλείπει δείγματα ρητορικής ανακρίβειας και παραποίησης που μας..κόβουν την ανάσα, τα ταξικά (κρατικά) συμφέροντα της γερμανικής Ευρώπης, ΔΕΝ υποχωρούν μπροστά σε επιχειρήματα. Τουναντίον, τα επιχειρήματα είναι αυτά που περιττεύουν! Δεν χρειάζεται να είναι κανείς των «μελλόντων άριστος εικαστής» για να δει το πέρας της «διαπραγματευτικής πολιτικής» του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό το οσονούπω επερχόμενο τέλος, με καμιά γλωσσοπλαστική ευρηματικότητα της «αριστερής» κυβέρνησής μας δεν πρόκειται να καταστεί ευπρόσωπο.

Β) Μέσα σ’ αυτό το πολιτικό κλίμα της αρχούμενης ματαίωσης των λαϊκών ελπίδων, εκλέχτηκε, με πρωτοβουλία του Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, που παραγκώνισε τα κομματικά όργανα του ΣΥΡΙΖΑ υποκαθιστώντας τα ipso iure, ως νέος Πρόεδρος της Δημοκρατίας (ΠτΔ) ο δεξιός πρώην υπουργός και βουλευτής Προκόπης Παυλόπουλος. Η κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ έσπευσε σύσσωμη (με εξαίρεση την αισχυντηλή απουσία της Ιωάννας ΓΑЇΤΑΝΗ), όμοια με «μάζωξη κλαψιάρηδων γριών», να επικυρώσει την αρχηγική επιλογή του Τσίπρα. Η πολιτική αντίδραση σύσσωμης, σχεδόν, της ελληνικής Αριστεράς ήταν ιδιαζόντως χλιαρή. Ως υπόβαθρο αυτής της χλιαρής αντίδρασης ανιχνεύεται ευδιάκριτα η κυρίαρχη άποψη ότι οι εξουσίες του ΠτΔ είναι, σε σχέση με εκείνες του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης, ήσσονες, ίσως-ίσως συμβολικές. Επομένως το ζήτημα προσλαμβάνει όλως δευτερεύουσα σημασία! Ίσως γι’ αυτόν τον λόγο και ο βουλευτής των ΑΝ.ΕΛ Ζουράρης, δίνοντας συνέντευξη στον πρόθυμο «Δρόμο της Αριστεράς» της 14-2-2015, επιδιδόμενος, ως αναμενότανε άλλωστε, σε μια διεστραμμένη απόλαυση του παραδόξου πρότεινε, ως υποψήφια ΠτΔ, την Βούλα Πατουλίδου «η οποία με την πράξη της ως ολυμπιονίκης και με τη λέξη της, με το περίφημο σύνθημά της, διαμόρφωσε τις συνθήκες της νεοτέρας ελληνικής υπερηφάνειάς μας». Αν, όμως, ξεφύγουμε απ’ την προαναφερθείσα κωμική υπερβολή και την συνδηλωτική τραχιά έπαρσή της και επανέλθουμε στην συλλογιστική της Αριστεράς, τότε τα πράγματα είναι επιδεκτικά άλλης ερμηνείας: 1) Η Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ (και όχι μόνον) κατατρύχεται από ένα βαθύ σύμπλεγμα κατωτερότητας έναντι της κυρίαρχης αστικής τάξης και των θεσμών της. Διακατεχόμενη, στα μάτια του οποιουδήποτε βρυοσκεπούς πατριώτη από ένα «συλλογικό σύμπλεγμα ενοχής» θέλησε, με την εκλογή του δεξιού Παυλόπουλου στην θέση του ΠτΔ, να αντισταθμίσει την πρόσφατη εκλογική της νίκη ζητώντας, κατά κάποιον τρόπο, «συγγνώμη» για το τόλμημά της. Δεν της περνάει απ’ τον νου ότι έτσι, απογοήτευσε τους φίλους της χωρίς, ταυτόχρονα, να ΄΄μαλακώσει΄΄ τους εχθρούς της. 

2) Ως προς τις συνταγματικές εξουσίες του ΠτΔ και την διαφαινόμενη απαξιωτική αξιολόγησή τους, καλόν είναι να θυμόμαστε ότι δικαιούται (άρθρο 40 του Συντ.) να συγκαλεί την Βουλή εκτάκτως κάθε φορά που το κρίνει εύλογο και ότι μπορεί να αναστείλει τις εργασίες της βουλευτικής συνόδου, είτε αναβάλλοντας την έναρξη είτε διακόπτοντας την εξακολούθησή της, έστω για μια μόνο φορά. Δικαιούται, επίσης, να αναπέμψει στην Βουλή νομοσχέδιο που έχει ψηφιστεί από αυτή, εκθέτοντας, απλώς, τους λόγους της αναπομπής! (άρθρο 42 του Συντ.). Πρόκειται για ενέργειες ύψιστης πολιτικής σπουδαιότητας οι οποίες, κάτω από ειδικές συγκυρίες, μπορούν να προκαλέσουν αποτελέσματα κρίσιμης σημασίας όχι μόνο σε συμβολικό επίπεδο.

3) Ανεξαρτήτως των προλεχθέντων, ο ΠτΔ είναι, κατά το Σύνταγμα, ο «ρυθμιστής του Πολιτεύματος», «εκπροσωπεί διεθνώς το κράτος», είναι «αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων της Χώρας» και ανώτατος διοικητής της προεδρικής φρουράς με την πολλά σημαίνουσα ιδιότυπη αμφίεση και παράστασή της. Ας μην λησμονούμε ότι κάθε νόμος (και το Σύνταγμα είναι ο θεμελιωδέστερος νόμος της πολιτείας), εκτός από ένα τυπωμένο χαρτί, είναι μια διατυπωμένη απόφαση των κυβερνώντων που έχουν την δύναμη να επιβάλουν την εκτέλεσή της. {Πρόκειται γι απτή πραγματικότητα και όχι για την ιδιοτελή επιθυμία ενός νομομαθούς να προσδώσει ανώτερη θέση στο αντικείμενο των σπουδών του.} Στο πλαίσιο του εθνικού αστικού μας καθεστώτος, ο θεσμός του ΠτΔ υλοποιεί μια σημαντική συνεκτική δύναμη της εθνικής μας παράδοσης. Αποτελεί, επί πλέον, ένα στοιχείο ενότητας της άρχουσας τάξης μας. Σε τμήματα συντηρητικών πολιτών (και όχι μόνον) υλοποιεί, εν τινι μέτρω, την auctoritas maiorum (την αυθεντία της προγονικής παράδοσης) και, μ’ αυτήν την έννοια, ο θεσμός του ΠτΔ άπτεται της εθνικής ζωής των νεοελλήνων. Η παράδοση, κάθε παράδοση είναι από μόνη της μια συγκεκριμένη πραγματικότητα, είναι ένα κομμάτι της πραγματικότητας που ζει μέσα στα κεφάλια των ανθρώπων, που καθορίζει τις πράξεις τους, που τους επηρεάζει σημαντικά και, ως εκ τούτου, έχει μεγάλη επίδραση στα γεγονότα! (βλ. Άντον Πάννεκουκ, ο ιστορικός υλισμός, σε μετάφραση του Γ. Παπαπαναγιώτου, ανέκδοτο εισέτι, καίτοι γράφτηκε το 1919). Τούτο σημαίνει πως η μονόπλευρη υπερτίμηση της νομικίστικης POTESTAS (θεσμοθετημένης εξουσίας) του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης, παραθεωρεί άκριτα την AUCTORITAS (κύρος, αυθεντία) του ΠτΔ την οποία κέκτηται ipso iure (αυτοδικαίως). Οι δηλώσεις του, οι πράξεις του και η συμπεριφορά του οίκοθεν νοείται ότι έχουν εξαιρετικώς βαρύνουσα σημασία. Όσοι  μας αντιτείνουν ότι ένας τέτοιος ρόλος προσαπαιτεί ισχυρή προσωπικότητα που, μάλλον, δεν την έχει ο περιδεής θεατής της θρασύδειλης συμπεριφοράς του Γυναικομάχου Κασιδιάρη, ίσως αισθανθούν έκπληξη αν αύριο, κάτω από άλλες κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες, την αποκτήσει, με αντίθετη φορά, εμπνεόμενος απ’ το πολιτικό, ιδεολογικό και ταξικό φορτίο του θεσμού που υλοποιεί! Και ας μην λησμονούμε και τούτο: Ο ΠτΔ εκλέγεται για περίοδο πέντε (5) ετών (άρθρο 30 του Συντ) δηλαδή, άπαξ και εκλεγεί, δεν εξαρτάται ούτε απ’ την κυβέρνηση ούτε απ’ την βουλή, η δε θητεία του είναι μεγαλύτερη χρονικά και της μιας και της άλλης. Συνεπώς, για τον Προκόπη Παυλόπουλο η εκλογή του στον θώκο του ΠτΔ ενέχει κάτι πιο κει από ένα cursus honorum (διαδοχή αξιωμάτων αυξάνουσας σπουδαιότητας). Για την ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ συνιστά έναν αρνητικό συμβιβασμό μη δικαιολογούμενο απ’ τις συνθήκες, έναν συμβιβασμό που ήδη δρα διαλυτικά ως προς την εμπιστοσύνη των εργαζομένων προς την «αριστερή» κυβέρνηση. Αυτή η κυβέρνηση θα μπορούσε να πετύχει πλατιά λαϊκή συναίνεση αν, μεταξύ των άλλων, επέλεγε αριστερό ΠτΔ ενέργεια που θα συμβόλιζε την συνέχιση και την ένταση της αντιπαράθεσης με την ευρωπαϊκή και ελληνική αστική τάξη. Δεν το θέλησε. Ίσως να φοβήθηκε να ανοίξει μια πύλη την οποία, στην συνέχεια, υπολόγισε ότι δεν θα μπορούσε να κλείσει…
                                                  
                                                Πέτρος Πέτκας
8 – ΙΙΙ- 2015

πηγή: περιοδικό Ουτοπία

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου