16 Ποιήματα για την απουσία

του Σωτήρη Λυκουργιώτη


Τα ποιήματα αυτά πρωτοδημοσιεύτηκαν στα περιοδικά Τεφλόν#19 και Μανδραγόρας#58


ΕΝ ΑΝΑΜΟΝΗ

Γράφω πάνω σε αποκόμματα εισιτηρίων
στις ατέλειωτες ουρές των δημοσίων υπηρεσιών
και των ταχυδρομείων

Γράφω στην αναμονή
και εν αναμονή

Για αυτό και μοιάζει
σαν να περιμένω κάτι



ΜΝΗΜΗ

Στο τέλος ακόμα και ο Λωτ
θα κοιτάξει προς τα πίσω
στην πόλη με τις ολόφωτες οθόνες
τα βήματά του σταθερά προς το γκρεμό
θα συνεχίσουν —γιατί να σταματήσει;

Αφού της πορείας αυτής
δεν υπάρχει άλλος δρόμος
καταδικασμένοι εμείς
θυσία γραμμής παραγωγής

χωρίς ανάσταση
ή ένα πέρασμα πάνω στο χώρισμα των υδάτων
ή μια κραυγή «θάλαττα θάλαττα»
χωρίς έστω έναν ορίζοντα
να δέσουμε το βλέμμα μας.

Αύτανδρος χάνεται ο κόσμος
κι οι επιβάτες απαθείς
φωτογραφίζουν το τοπίο.

...

Μόνο ως μνήμη αξίζει
μόνο ως μνήμη μπορεί να σωθεί.



ΕΚΕΙΝΟ ΤΟ ΒΡΑΔΥ

Εκείνο το βράδυ σκέφτηκε
όλη τη ζωή του
και δε μπορούσε ν΄ αποκοιμηθεί

Εκείνο το βράδυ στέγνωσε
απ΄ το φόβο η ψυχή του
και ο ύπνος τον βρήκε το πρωί

Ξύπνησε κι είχαν ασπρίσει
τα μαλλιά του
εκείνο το βράδυ πέρασε μια εποχή



ΑΥΤΟΣ

Αυτός που χρόνια δούλευε
στο διπλανό γραφείο
σήμερα δεν ήρθε ξαφνικά

αρρώστησε; απελύθη; πέθανε;
μας είναι αδιάφορο
η δουλειά θα συνεχιστεί κανονικά



ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΔΕΝ ΘΑ ‘ΡΧΕΤΑΙ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ

Το καλοκαίρι δεν θα ‘ρχεται για πάντα
υπάρχουν όρια στις επιστροφές του
όπως κι ο ποταμός που χύνεται μέσα απ’ τα μάτια σου
καταπίνοντας ωκεανούς, υπονομεύοντας θύελλες
κάποτε θα σωπάσει

Το καλοκαίρι δεν θα ‘ρχεται για πάντα
ούτε ο πόνος με το κλάμα της ζωής
ούτε το άζωτο στις ρίζες των δένδρων…

Όσο υπάρχουν ακόμα σταγόνες στα πρωινά φύλλα
καλό είναι να συλλέγονται





ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΚΑΤΙ ΝΑ ΓΡΑΦΤΕΙ

Και τώρα πείτε μου:
δεν πρέπει κάτι να γραφτεί
για τους αποκλεισμένους του έρωτα
που τα βράδια ξάγρυπνουν
σφιχταγκαλιάζοντας το μαξιλάρι
σφίγγοντας τα δόντια
κλαίγοντας χωρίς δάκρυ

(αφού κανείς δεν είναι εκεί
να τρέξει για αυτόν)

αρκετά δε βρέξαμε την πένα μας
στον ιδρώτα των εραστών;



Η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ

μη με λυπάσαι
δεν είμαι ναυάγιο

η συνείδηση είμαι του ύφαλου



ΑΝ ΞΕΡΑΜΕ

Αν ξέραμε πως δεν θα σ' άρεσαν τα ποιήματά μας
δε θα γράφαμε ποίημα
Αν ξέραμε πως θα 'φευγες μακριά
δε θα σ' αγαπούσαμε τόσο
Αν ξέραμε το μήκος του ωκεανού
δε θα μπαίναμε ποτέ στη θάλασσα

Αν ξέραμε...
η ζωή θα ήταν λάθος



ΕΡΩΤΑΣ ΣΤΗ ΧΟΥΡΜΑΔΙΑ

θα πεθάνουμε ξαφνικά
ανάμεσα σε αυτήν
και την επόμενη φράση

θα φύγουμε αναίτια
αφήνοντας το ποίημα μας
στη μέση




ΤΟΥ ΦΟΒΟΥ

Δοκίμασα πολλές φορές
το φόβο
φόβος της πτώσης
του κενού
φόβος της μοναξιάς

Τίποτα όμως σαν
τον πανικό
σε βραδινό δωμάτιο
έρημος και μόνος
αμήχανος
μπροστά σε μια λευκή σελίδα



AΡΝΙΟΤΑΝ ΠΑΝΤΑ

Για δώδεκα χρόνια
την πρώτη μέρα της άνοιξης
τη ρωτούσα ευγενικά αν ήθελε
να κάνουμε έρωτα.

Αρνιόταν πάντα...

Τη δεκάτη τρίτη χρονιά
την τρίτη μέρα του Μάρτη
ήρθε μόνη της να με βρει
για να μου πει
με παράπονο πως
την είχα πια ξεχάσει.



ΘΕΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΠΑΛΚΟΝΙ

Εδώ ψηλά
νιώθω τη μοναξιά
του φαροφύλακα
που τη νύχτα
περιμένει
δυο φώτα αχνά
από την άκρη
να φανούν
του ακρωτηρίου
σημάδια πως
σε τούτη
τη θάλασσα
υπάρχουν κάποιοι
που ακόμα
ταξιδεύουν



Ο ΚΟΣΜΟΣ ΘΑ ΤΕΛΕΙΩΣΕΙ

ο κόσμος θα τελειώσει ξαφνικά
ανάσα σε δυο μέτρα ενός πενταγράμμου
μέσα σε μια φράση που δεν ολοκληρώθηκε
στη μέση μιας λέξης που ξεγέλασε
το τέλος της

ο κόσμος θα τελειώσει έτσι απλά
σαν μια σκοπιμότητα χωρίς σκοπό



ΑΤΙΤΛΟ

Άμοιρε κόσμε
όσες παγίδες κι αν στήσεις στα πουλιά
ποτέ δε θα πετάξεις



ΤΑ ΝΥΦΙΚΑ

τα νυφικά
που στέκουν στη βιτρίνα του απέναντι μαγαζιού
μάταια περιμένουν τα ζεστά δέρματα των κοριτσιών να φορεθούν
σήμερα πια οι γάμοι έπαψαν να γίνονται κατά τους τύπους



ΑΠΟΥΣΙΑ

Γεννιέσαι με μια αποκοπή
κάθε σου σμίλευμα
και μια φυγή

Ας μη γελιόμαστε:
δεν είμαστε από στάχτη, χώμα και νερό

Πλασμένοι είμαστε
απ' το εκμαγείο της απουσίας


0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου